Κυριακή 9 Απριλίου 2017

ΣΠΥΡΟΣ ΠΕΤΡΟΥΛΑΚΗΣ "Το τελευταίο δαχτυλίδι", εκδ. Μίνωας 2017


Για άλλη μια φορά θα εστιάσω, στον τρόπο που ένας (άνδρας) συγγραφέας έχει την ικανότητα μέσω της γραφής του, να εστιάσει στη γυναικεία ψυχοσύνθεση, και μάλιστα με ένα θέμα (της παρένθετης μητέρας, όπως αναφέρεται και στην περίληψή του, για να μην αποκαλύψω άλλα στοιχεία), το οποίο αποτελεί την κεντρική του ιδέα, συνδέεται άρρηκτα με την μητρότητα πρωτίστως και με την επιθυμία για δημιουργία οικογένειας, σε δεύτερο στάδιο (κατά την προσωπική μου κρίση, επισημαίνω). Το πρώτο μέρος του βιβλίου, επιτρέπει στον αναγνώστη να γνωρίσει τους βασικούς χαρακτήρες, τις σκέψεις τους, τα συναισθήματά τους, τα λάθη τους, τα όνειρα και τις προσδοκίες τους, που θα καθορίσουν και την πορεία τους στη συνέχεια. Το δεύτερο μέρος, περισσότερο (και σχεδόν εξ ολοκλήρου) ενταγμένο στο παρόν, ομολογώ ότι το βρήκα περισσότερο ενδιαφέρον από το πρώτο, χαρακτηρίζεται από ένταση και αγωνία, που προκαλούνται αβίαστα από τα ερωτήματα που έχουν γεννηθεί, τα οποία, αν και δεν είναι δυσεπίλυτα, βαρύνουν και προβληματίζουν τη μία από τις βασικές ηρωίδες, και από τα διλήμματα και τους φόβους, που παρεμβαίνουν καταλυτικά στις αποφάσεις που επιβάλλεται να ληφθούν. Οι απαντήσεις και οι λύσεις στην πραγματική ζωή και στα προβλήματα που πολλές φορές ανακύπτουν, ερήμην μας, ποτέ δεν είναι εύκολες....είναι αποτέλεσμα πολλών παραγόντων, είτε εξωτερικών είτε ψυχολογικών.....το "Τελευταίο δαχτυλίδι", ως κοινωνικό μυθιστόρημα, αντανακλά πολλά από τα δεδομένα της αληθινής ζωής, που μπορεί να περιπλακεί από αστάθμητους παράγοντες, είναι γραμμένο με αμεσότητα και ρεαλισμό, το βασικό του όμως χαρακτηριστικό (κατά την κρίση μου) είναι η ιδιαίτερη ευαισθησία που διακρίνεται στο χειρισμό της κεντρικής ιδέας (όπως προσωπικά την αντιλήφθηκα) και η δεξιότητα ως προς την ένταξή της στην πλοκή του. 
Το τέλος της ιστορίας, το οποίο προκαλεί αισθήματα συγκίνησης, δεν θα το χαρακτήριζα απολύτως αναμενόμενο, ούτε και ανατρεπτικό, αλλά ισορροπημένο και λυτρωτικό. 

Αν και δεν είναι το πρώτο βιβλίο του Σ. Πετρουλάκη που διαβάζω, μπορώ με βεβαιότητα να πω ότι για άλλη μία φορά με ικανοποίησε με το τελευταίο του δημιούργημα....

Σάββατο 8 Απριλίου 2017

ΑΝΝΑ ΓΑΛΑΝΟΥ "ΘΥΣΙΑ" ("Οι δρόμοι της καταιγίδας" Ι), εκδ. Διόπτρα 2017


Τόπος : Ενετοκρατούμενη Κρήτη (Χάνδακας, Ρέθυμνο), οθωμανική Ανδριανούπολη, Κωνσταντινούπολη 

Χρόνος : Το δεύτερο μισό του 16ου αιώνα, όταν δύο από τις "μεγάλες δυνάμεις" της εποχής, ήταν στο απόγειο της κυριαρχίας τους και της επιβολής τους, ως κατακτητές, αλληλο-υποβλέπονταν και εξαντλούσαν όλα τα "μέσα υποταγής" που διέθεταν στους υποταγμένους... 

Ενδιαφέρουσα και απολύτως ακριβής η αντίθεση ανάμεσα στον Χάνδακα, όπου οι Ενετοί ασκούν και επιβάλλουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα με περισσή σκληρότητα σε όσους αντιστέκονται και επαναστατούν, και στο Ρέθυμνο της ίδιας χρονικής περιόδου, όπου, οι τέχνες και η άνθισή τους, υπερσκελίζουν την αίσθηση της κατοχής των Ενετών και επιτρέπουν την αρμονικότερη συμβίωση κατακτητών και γηγενών. 
Οφείλω να πω, επίσης, ότι με εντυπωσίασε ακόμα περισσότερο, η λιτή (απολύτως ενταγμένη όμως στη ροή της αφήγησης) αναφορά, υπό την μορφή ενθυμήσεων, των πεπραγμένων του Οθωμανού Σουλτάνου, της ίδιας περιόδου, στοιχείο που συνεισφέρει καίρια και συνηγορεί υπέρ (και) του ιστορικού χαρακτήρα της αφήγησης, αφού, η "Θυσία" χάρη στην συγγραφική έμπνευση, συνδυάζει άψογα την μυθοπλασία με την ιστορία, χωρίς η τελευταία ωστόσο να υπερτερεί του δημιουργικού στοιχείου. 

Θέμα : η ιστορία της Ρούσσας Βενιέρη, μία έφηβης, η οποία, μπορεί να φαίνεται για λίγο ως άθυρμα της ιστορίας και της τύχης του τόπου της, που επηρεάζεται από την τραγική απώλεια των δικών της ανθρώπων και παραμένει έρμαιο στις βουλήσεις τρίτων, αλλά στην πραγματικότητα, διαθέτει μία ισχυρή προσωπικότητα, εμφορούμενη από το περήφανο, ανυπότακτο και ανεξάρτητο πνεύμα της, το οποίο κυριαρχεί σε όλη την αφήγηση, που της επιτρέπει αρχικά να ξεφύγει από την προαποφασισμένη μοίρα της, και στη συνέχεια, να προσαρμοσθεί στις αντίξοες συνθήκες και στον τρόπο ζωής που της επιβάλλονται, (οι οποίες δεν στερούνται κινδύνων), να αποφασίσει την προσωπική της συνοδοιπορία με τον σύντροφό της, να έρθει αντιμέτωπη ξανά με ανεπιθύμητα πρόσωπα και οδυνηρές καταστάσεις, να συγκρουσθεί μαζί τους, και στο τέλος, να επιλέξει με τραγικό τρόπο ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο.
Για το συγκλονιστικό τέλος της "Θυσίας" δεν θα πω κάτι συγκεκριμένα, θα επισημάνω μόνο ότι οι τελευταίες σελίδες του βιβλίου, χαρακτηρίζονται από έντονη δραματικότητα, ένταση και αγωνία η οποία κορυφώνεται σταδιακά, με μοναδικό τρόπο, "δικαιώνοντας" απόλυτα τον τίτλο του βιβλίου. 
Η "Θυσία" ως πρώτο μέρος της τριλογίας "Οι δρόμοι της καταιγίδας", μεταφέρει, με ρεαλισμό και πιστότητα το πνεύμα, τις συμπεριφορές και τις κοινωνικές συνθήκες μιας παρελθούσης ιστορικής περιόδου, χρονικά οριοθετούμενης, που επηρέασαν αποφασιστικά και δραματικά τη ζωή, τη συμπεριφορά, και την ατομική πορεία ανθρώπων και ολόκληρων οικογενειών ακόμη, που δεν δέχθηκαν άκριτα και με υστεροβουλία, όλα όσα, έξωθεν τους επιβάλλονταν. 
Στη "Θυσία" η δημιουργός της, σκιαγραφεί μία ολόκληρη εποχή, μετά από την καταφανή ενδελεχή έρευνα και μελέτη του ιστορικού και χρονικού πλαισίου της, όπως άλλωστε προκύπτει από την βιβλιογραφία που παρατίθεται, χάρη στην οποία, ο συνδυασμός του μύθου και της ιστορίας, αποδεικνύεται επιτυχής για τον δημιουργό και ελκυστική για τον αναγνώστη. 
Εν κατακλείδι, από την "Θυσία" της Α. Γαλανού, απεκόμισα τις καλύτερες εντυπώσεις, αφού, πρόκειται για ένα πολύ καλό (και καλογραμμένο) ιστορικό μυθιστόρημα, ενταγμένο χωροχρονικά σε μία εποχή, η οποία δεν έχει τύχει αντίστοιχης ενασχόλησης στην ελληνική λογοτεχνία συγκριτικά, με άλλες κρίσιμες (από άποψη στορικής βαρύτητας) περιόδους, το οποίο κερδίζει τον αναγνώστη από την πρώτη έως την τελευταία του σελίδα, με τον τρόπο γραφής του, την πλοκή του, την οποία προσωπικά βρήκα αριστοτεχνικά δομημένη και τα εκφραστικά του μέσα και για όλα όσα ως αναγνώστρια, υποκειμενικά πάντα, κρίνω ότι ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες μου. 
Μπορεί να ακούγεται χιλιοειπωμένο μεν, αλλά ανυπομονώ για το δεύτερο μέρος της τριλογίας που εύχομαι να είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο συναρπαστικό από το πρώτο. 

Σάββατο 1 Απριλίου 2017

ΔΗΜΗΤΡΑ ΙΩΑΝΝΟΥ "Οι γιοι της γαλανής κυράς", εκδ. Ψυχογιός 2017

Συνηθίζω πολλές φορές, όταν διαβάζω το πιο πρόσφατο έργο κάποιου δημιουργού, να καταλήγω ότι είναι το καλύτερο του, όταν αυτό βεβαίως συμβαίνει, διότι αν σκοπός των δημιουργών είναι να καταστήσουν τις σκέψεις τους και τις ιδέες τους, προσιτές και αγαπητές στο αναγνωστικό κοινό, αυτοσκοπός τους είναι και η εξέλιξη τους και σαφώς η βελτίωσή τους.
Παρακολουθώντας τη συγγραφική πορεία της Δήμητρας Ιωάννου, μπορώ να πω, και ας μου επιτραπεί, ότι από την "Κασσάνδρα" έως τους "Γιους της γαλανής κυράς", η απόσταση που διένυσε ήταν μεγάλη, ως πρωτοεμφανιζόμενη με εξέπληξε πολύ ευχάριστα, αφού διέκρινα ότι διαθέτει όλη τη δυναμική που απαιτείται για τη συγγραφή και δη επιτυχημένη (και για αυτό το λόγο την ακολουθώ πιστά), δικαίωσε τις επιλογές μου, και με το τελευταίο της δημιούργημα, με καθήλωσε (χωρίς καμία υπερβολή). 

Τόπος : η αρχόντισσα των Κυκλάδων, η Σύρος στα χρόνια της ακμής της....και σε κυρίαρχη θέση η "γαλανή κυρά"...
Χρόνος : μέσα του 18ου αιώνα (περίπου και εντεύθεν...) 
Πρόσωπα : η οικογένεια Βονασέρα και ο περίγυρός τους, η πολυτάραχη ζωή τους που επηρεάζεται από τρίτα πρόσωπα, που εισχωρούν και διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην πορεία τους...έως το τέλος... 


Εντυπωσιακό το ξεκίνημα της αφήγησης, εστιάζει στο μυστήριο, που δεν αποκαλύπτεται στον αναγνώστη παρά μόνο πολύ αργότερα, όταν έχει ολοκληρωθεί η σκιαγράφηση των χαρακτήρων, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί αδρά και με ιδιαίτερη οξυδέρκεια από τη δημιουργό τους. Η αιώνια μάχη του καλού με το κακό, είναι με βεβαιότητα από τα δημοφιλή και αγαπημένα θέματα της λογοτεχνίας, ανά τους αιώνες, ωστόσο το τελευταίο βιβλίο της Δήμητρας Ιωάννου, μέσω της μυθοπλασίας, και χάρη στην αναμφισβήτητη αφηγηματική δεινότητα της συγγραφέως, τη θέτει ως επίκεντρο της αφήγησής της, γύρω από την οποία περιστρέφεται η πλοκή, έως την κορύφωση αυτής (η οποία είναι εξίσου εντυπωσιακή, έως και ανατρεπτική, πάντως μη αναμενόμενη, με τον πρόλογό της). Οι έξοχες περιγραφές του τόπου, όπου εξελίσσεται η ιστορία, με πλούσια εκφραστικά μέσα και η λιτή αλλά με παραστατικότητα αναπαράσταση του κοινωνικού περιβάλλοντος της εποχής εκείνης, με τις αντιθέσεις του μεταξύ των πλούσιων αστών και του απλού κόσμου, το μεταφυσικό στοιχείο, το οποίο είναι ευδιάκριτο μεν, αλλά όχι τόσο έντονο, τουλάχιστον κατά τη γνώμη μου, σοφά τοποθετημένο σε κάθε επιμέρους κεφάλαιο, προσδίδουν έντονη δραματικότητα στην αφήγηση, η οποία, διαθέτοντας όλα αυτά τα στοιχεία ελκύουν τον τελικό αποδέκτη αυτών, δηλαδή τον αναγνώστη. Οφείλω να πω, όμως, ότι οι βασικοί χαρακτήρες που συνέλαβε η συγγραφική έμπνευση, ο τρόπος που έκαστος/η εξ αυτών συμπεριφέρθηκε στην πορεία της αφήγησης, και η ξεχωριστή ψυχοσύνθεση τους, από τον Δαμιανό έως και την Μαρκέλλα (δύο χαρακτήρες, εκ διαμέτρου αντίθετοι), είναι από τα στοιχεία εκείνα στα οποία είναι φανερό, τουλάχιστον σε εμένα, ότι δόθηκε ιδιαίτερο βάρος και δικαίως, αφού τα συναισθήματα τους, από τα πιο αγνά έως τα πιο ακραία, οι σκέψεις τους, οι αποφάσεις τους, τα διλήμματά τους, οι προσδοκίες τους και η εξέλιξη της ζωής τους, αποτυπώθηκαν τόσο "ανάγλυφα" (δεν ξέρω και αν είναι ο σωστός όρος, τεχνικά) και με ενάργεια από τη συγγραφέα, ενταγμένα και απόλυτα συνυφασμένα με την "κεντρική της ιδέα" με μοναδική δεξιοτεχνία. Ευλόγως, λοιπόν για εμένα, και επαξίως για τη δημιουργό του, το συνιστώ ανεπιφύλακτα.