Παρασκευή 25 Μαρτίου 2016

Ντόρα Γιαννακοπούλου "Μια ζωή σαν πρόβα", εκδ. Καστανιώτη 2015

"Η "Πρόβα Νυφικού" είναι μία νωπογραφία των πεπτωκότων αγγέλων της εποχής των δακρύων, λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της Κατοχής μέχρι την απελευθέρωση. Ενα αφόρετο νυφικό ίπταται - αδεία Σαγκάλ- πάνω από τα όνειρα, τις υποσχέσεις, τις προδοσίες, τις μεγάλες προσδοκίες και τις μικρές ζωές των δικών μας αγίων, των παππούδων ή και των πατεράδων μας....άνδρες, γυναίκες, παιδιά, σπιτάκια, δρόμοι, πατριώτες, Γερμανοί, θάνατοι και γέννες, έρωτες, φιλιά, ηδονές και οδύνες, άνθρωποι χρωματισμένοι με τη σαφήνεια που πρέπει. Καταδικασμένοι να ζήσουν και ελεύθεροι να πεθάνουν..."
Το απόσπασμα είναι από το κείμενο του Σωτήρη Χατζάκη στο πρόγραμμα της θεατρικής παράστασης - μεταφοράς του μυθιστορήματος της Ντόρας Γιαννακοπούλου, και παρατίθεται στις τελευταίες σελίδες της αυτοβιογραφίας της "Μια ζωή σαν πρόβα" (εκδ. Καστανιώτη 2015).
Λιτή αυτοβιογραφία της Ντόρας Γιαννακοπούλου, μίας από τις κορυφαίες ερμηνεύτριες του μουσικού έργου του Μ. Θεοδωράκη, ξεκινώντας από την παιδική της ηλικία στην Μυτιλήνη τα δύσκολα προπολεμικά χρόνια αλλά και την εποχή της Κατοχής, την εφηβική ηλικία γεμάτη όνειρα και προσδοκίες μέχρι το ξεκίνημα και την ανοδική καλλιτεχνική πορεία στην Ελλάδα του 1960, την διαμονή στο εξωτερικό και τη συνέχιση της συμμετοχής της στην πνευματική ζωή της χώρας, με άλλη ιδιότητα, τη συγγραφική, εξίσου επιτυχημένη. Αφηγούμενη τη ζωή της σε τρίτο πρόσωπο, μας μεταφέρει εικόνες από την Αθήνα της δεκαετίας του 1960, με τα έντονα πολιτικά γεγονότα τα οποία όμως ουδέποτε ανέκοψαν την καλλιτεχνική και πνευματική έξαρση εκείνης της εποχής, που μας άφησε παρακαταθήκη διαχρονικά, αλησμόνητα και κορυφαία έργα. Η αυτοβιογραφία της ξεκινά με μία φράση, ακριβώς παρόμοια με την αρχή της "Πρόβας του νυφικού", (για την πορεία του οποίου ούτε η ίδια η συγγραφέας ήταν βέβαιη παρά την αναγνωρισιμότητα και τη δημοφιλία της), που, για εμένα αποτελεί το καλύτερο της έργο (συγγραφικά), του οποίου τη δημιουργία αποδίδει στην μητέρα της, την οποία τιμά με τον καλύτερο τρόπο με αγάπη και σεβασμό αναφέροντας ότι "Η μητέρα μου είναι μέσα στην "Πρόβα του Νυφικού" από την αρχή μέχρι το τέλος. Υπάρχει μέσα σε όλα τα πρόσωπα. Εχουν την δική της ιδιορρυθμία, δύναμη κι αποφασιστικότητα...Τώρα ξέρω πως αν η κυρά Λένη δεν υπήρχε, μπορεί να μην υπήρχε ούτε η Πρόβα του Νυφικού". Αυτές οι φράσεις ίσως δικαιολογούν και τη γραφή σε τρίτο πρόσωπο, αναδεικνύοντας το ήθος και την ταπεινότητα που διακρίνουν μία πραγματικά εμπνευσμένη και τυχερή (αφού συνυπήρξε με ότι σπουδαιότερο και αληθινά σημαντικό, έχει αναδείξει ο τόπος πνευματικά και καλλιτεχνικά πριν πενήντα χρόνια και πλέον) δημιουργό.....

Γιάννης Ξανθούλης "Η Δευτέρα των αθώων", εκδ. Καστανιώτη

"....Βρέχει. Καταλαβαίνω ότι βρέχει, κι ας είναι κατεβασμένα τα ρολά και οι κουρτίνες κλειστές. Νιώθω την πορσελάνη στο χέρι μου κρύα. Δεν υπάρχει σταγόνα από τσάι. .....Ακούω τη βροχή και το βουητό της θάλασσας. Μακρινή βοή που δεν γίνεται παρά να είναι θάλασσα. Μαίνεται καταιγίδα....Αφουγκράζομαι τον άγριο παφλασμό των κυμάτων, τον αέρα που σφυρίζει δαιμονισμένα, θόρυβο μηχανών που αγκομαχούν και παλεύουν ενάντια στη θεομηνία, μα πάνω απ' όλα, επικρατεί το αλάτι ξεκομμένο από το νερό, στεγνωμένο και σβολιασμένο, παρασυρμένο από τον άνεμο, να χτυπά πάνω σε λαμαρίνες, σίδερα και ξύλα...."

"Μια νύχτα με τον Τσέχωφ", Βικτώρια Μακρή, εκδ. Ψυχογιός 2015.....

"Πόσο γρήγορα περνάει αυτός ο καιρός Θεέ μου ! Και πόσο αγριεμένα κάποιες φορές ! Σαν θάλασσα που δε λέει να ημερέψει....Σχεδόν μισός αιώνας πίσω μου, δεν πρόλαβα καλά καλά να τον μετρήσω σε χρόνια. Λες και κάποια από αυτά τα χρόνια μου ξέφυγαν. Και πόσο αλλιώς είναι σήμερα τα πράγματα και οι άνθρωποι. ...Ωρες ώρες νομίζεις πως ο καιρός που φεύγει, εκτός από ανθρώπους, παίρνει μαζί του και κομμάτια ολόκληρα από την ανθρωπιά...."

"....Σου θυμίζω έξω στον κόσμο, πόσο δύσκολο είναι να πούμε πως νιώθουμε ευτυχισμένοι, πόσα πράγματα εκπαιδευόμαστε να κάνουμε για να είμαστε αρεστοί. Να πηγαίνουμε σχολείο, να είμαστε καλοί μαθητές, να μην αντιμιλάμε, να μη φέρνουμε αντιρρήσεις, να γίνουμε επιστήμονες, να ψηφίζουμε, να φοράμε ρούχα που είναι της μόδας, του χρόνου άλλα ρούχα, άλλη μόδα, να παντρευτούμε ένα καλό παιδί, να κάνουμε απογόνους που θα ανατραφούν με τις ίδιες, τις δικές μας αρχές.....
Και λίγο πριν από το τέλος της ζωής μας, εάν τα είχαμε κάνει όλα αυτά σωστά και με ακρίβεια, η χειραγωγημένη συνείδησή μας θα μας έλεγε μπράβο. Ειδάλλως, είχε φροντίσει η ίδια η διαπαιδαγώγή μας να μας τιμωρεί με τη θεωρία των τύψεων. Δηλαδή, σε έναν ολόκληρο, τεράστιο κόσμο υπήρχε πάντα ο κίνδυνος να νιώσουμε φυλακισμένοι μέσα στα ίδια μας τα χρέη που δεν τα ξεπληρώσαμε και στις υποχρεώσεις μας που τις αφήσαμε ακάλυπτες. Και από την άλλη, έρχεται ένα τόσο δα, μικρό κελί, δύο επί δύο, και δε σου ζητάει απολύτως τίποτα. Ισως μόνο να σκύψεις μέσα στον εαυτό σου και να αφεθείς να οσφρανθείς το λιβάνι της ψυχής σου ....".

Θοδωρής Παπαθεοδώρου "Ζωές του φθινοπώρου", "Ζωές του Ανέμου", εκδ. Ψυχογιός, 2014 - 2015

"...Τα απλά, τα ελάχιστα, αυτά που θεωρούμε ασήμαντα και μήτε που τα σεκφτόμαστε, πόσο τρανά και υπέροχα φαντάζουν όταν η ζωή και η ανάγκη τα βάζουν στις σωστές τους διαστάσεις...." 
Η φράση αυτή προς το τέλος του δεύτερου βιβλίου, ανταποκρίνεται, κατά την άποψη μου στα προλεγόμενα του ίδιου του συγγραφέα :
"Μια εποχή άλλη γύρευα για το επόμενο μυθιστόρημά μου, μια εποχή να ψιθυρίσει γλυκά στην καρδιά μου, παρά τις δοκιμασίες της βιοπάλης και του μόχθου που μπορεί να κουβαλούσε στη ράχη της. Με ανοιχτές πόρτες κι ανοιχτές αγκαλιές. Με χέρια απλωμένα, με χείλη που γελούσαν και μάτια που δάκρυζαν. Με πρόσωπα που κοιτούσαν με θέρμη και γνοιάση άλλα πρόσωπα, κι όχι πανάκριβες, παγερές οθόνες. Αυτή τη γλυκόπικρη μα ανθρώπινη εποχή γύρευα να στήσω στις σελίδες μου λέξη τη λέξη. Να νιώσω τα βάσανα και τις χαρές της, να τη ζήσω ξανά, σαν μια ασπρόμαυρη ελληνική ταινία που χίλιες φορές την έχεις δει, κι όμως, χίλιες φορές θα την ξανάβλεπες. Σ’ αυτές τις τόσο μακρινές μα και τόσο κοντινές μέρες ήθελα να χαθώ. Μ’ αυτές τις τόσο μακρινές, μα και τόσο κοντινές ζωές να ονειρευτώ".
Μια κοινωνική "τοιχογραφία", τοποθετημένη στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, στην Αθήνα της δεκαετίας του 1960, σε μια γειτονιά, όπου ζουν και διαμορφώνουν την πορεία της ζωής τους, άνθρωποι απλοί, καθημερινοί και διαφορετικοί μεταξύ τους, στοιχείο που δικαιολογείται από τις καταβολές τους και από τις δύσκολες και τραγικές συνθήκες που προηγήθηκαν της δεκαετίας αυτής. Διαφορετικές προσωπικότητες, που μπορεί να αποτελούν μυθοπλαστικούς χαρακτήρες, αλλά ωστόσο αντιπροσωπεύουν με ακρίβεια, τον ανθρωπολογικό ιστό της Αθήνας εκείνης της κρίσιμης ιστορικά εποχής, όπου κυριαρχούν έντονοι κοινωνικοί αγώνες, γεννώνται ελπίδες, καλλιεργούνται προσδοκίες, αναζωπυρώνονται πάθη, κλονίζονται ιδεολογίες, συνθλίβονται όνειρα και η ατομική πορεία συνδέεεται αναπόφευκτα και αλληλένδετα με την καθημερινή ροή των γεγονότων και τις εξελίξεις, παράγοντες ουδέποτε εξαρτώμενους από τις προσωπικές μας επιθυμίες και απόψεις. 
Προσωπικές ιστορίες, οι οποίες κινούνται παράλληλα, αλλά όχι πάντα ανεξάρτητες μεταξύ τους, αλληλοεπηρεαζόμενες και συγκρουόμενες πολλές φορές, μου προκάλεσαν ένα καίριο ερώτημα : αν οι ραγδαίες και καταιγιστικές πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις (όχι μόνο του παρελθόντος, αλλά και του παρόντος), μπορούν και είναι ικανές εξ ορισμού ή καθίστανται, εκ των πραγμάτων, αναγκαίες συνθήκες, για να επηρεάζουν αποφασιστικά τις ανθρώπινες ζωές, ή, τελικά αντλώντας από τα ψυχικά μας αποθέματα, μπορούμε να συγκρατήσουμε και να διατηρήσουμε ζωντανά (όσο μας επιτρέπεται) τα όνειρα και τις επιθυμίες μας. Και αν η ελευθερία ως προς τις επιλογές μας, προσωπικές και κοινωνικές, μπορεί να είναι απεριόριστη, υποτάσσεται εν τέλει ή διαφοροποιείται ανάλογα με τις καταστάσεις που πολλές φορές, "δρουν" και "αυτενεργούν" ερήμην ημών ;; 
Ερωτήματα, στα οποία σίγουρα η απάντηση είναι απολύτως υποκειμενική, είναι ορισμένα από τα πολλά που προκαλεί η ανάγνωση της διλογίας, μαζί με διαχρονικούς προβληματισμούς, απόλυτα συνυφασμένους με την ανθρώπινη φύση και τις επιρροές που δεχόμαστε ή απορρίπτουμε, προερχόμενες, από το κοινωνικό και οικογενειακό μας περιβάλλον, και τις τρέχουσες ιστορικές καταστάσεις. 
Συναντούμε και γνωρίζουμε τόσους διαφορετικούς χαρακτήρες, όπως ακριβώς και στην αληθινή ζωή, άλλους συμπαθείς και άλλους αντιπαθείς. Κάποιοι από αυτούς κινούνται και συμπεριφέρονται, εμφορούμενοι από τις ιδεολογικές τους πεποιθήσεις και ιδιοτελείς σκοπούς, άλλοι εξαντλούνται ψυχικά και σωματικά από την προσπάθεια αξιοπρεπούς επιβίωσής τους, μερικοί επιδιώκουν την βελτίωση της ζωής τους με κάθε τρόπο εις βάρος άλλων, οι συναισθηματικές και οι ψυχικές τους δε, αντιδράσεις είναι αντίστοιχες της ατομικής ιδιοσυγκρασίας τους. 
Στα δύο αυτά βιβλία, για άλλη μία φορά, μετά τη συγκλονιστική τετραλογία του για τον Εμφύλιο Πόλεμο, αναδεικνύεται η η συγγραφική δεινότητα του κ. Παπαθεοδώρου, ιδιαιτέρως δε, στην αντικειμενική και αμερόληπτη αποτύπωση της νεοελληνικής πραγματικότητας, με λογοτεχνικούς όρους ως μυθοπλασία και με συγκεκριμένο ιστορικό υπόβαθρο, ανατρέχοντας και τοποθετώντας αυτήν σε μία εποχή που καθόρισε και αναμφισβήτητα επηρέασε, τη σημερινή πολιτική ζωή, διαμορφώνοντας συνειδήσεις και στερεότυπα. 
Το σίγουρο είναι ότι το νοσταλγικό και γλυκόπικρο ταξίδι, σε εποχές, όχι και τόσο μακρινές, φθάνοντας στο τέλος του (και κυριολεκτώντας, στο πολύ συγκινητικό και ανθρώπινο τέλος που επεφύλασσαν οι "Ζωές του Ανέμου"), άξιζε τον συγγραφικό κόπο και ανταποκρίθηκε πλήρως και στις δικές μου αναγνωστικές προσδοκίες.

ΞΕΝΙΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ "Γράμμα στον Κωστή"

"....Ολοι μας νιώθουμε συχνά ότι "κάτι θέλουμε". Οτι κάτι μας λείπει. Τι είναι όμως αυτό το κάτι ; Ανθρώπινο πλάσμα ;; Αντικείμενο ;; Κάτι που τρώγεται ;; κάτι υπαρκτό ;; Κάτι φανταστικό ;; Την έλλειψη του πάντως τη νιώθουμε συχνά, ακόμη και όταν δουλεύουμε ή όταν διασκεδάζουμε.
Κάποιες στιγμές πάλι νιώθουμε ότι - ναι, υπάρχει και να το, το βρήκαμε. Εκείνο όμως ξεγλιστράει και χάνεται.
Κάτι τέτοιο δεν συμβολίζει το φεγγάρι ;
Και κάτι τέτοιο δεν σημαίνει το φεγγάρι και για ένα παιδάκι ;; Το άπιαστο. Αυτό που δεν θα το αγγίξουμε ποτέ. Οσο κι αν του λέμε "Ελα πιο κοντά".
(Γράφοντας για το πως ξεκίνησε και εμπνεύσθηκε το βρεφικό θέατρο, για πολύ μικρούς θεατές...)
"...Σκεφτόμουν ότι το παρόν το βλέπουμε μέσα από το παρελθόν και το παρελθόν το κοιτάζουμε μέσα από το παρόν.
Και έτσι συχνά αναρωτιόμαστε : Αν....
Δεν το παίζω όμως αυτό το παιχνίδι, γιατί δεν παίζεται. Και γιατί τώρα πια σπάνια νοιάζομαι για όσα δεν έζησα. Αυτά που έζησα είναι τόσο πολύτιμα που μου φθάνουν. Και το τώρα μου φαίνεται γεμάτο. Και από τα παλιά και από τα καινούρια...".
Συγκινητικό, ανθρώπινο, με ανεπιτήδευτη γραφή, αυθορμητισμό, διανθισμένο με χιούμορ, ειλικρίνεια, σπαρακτικό σε κάποια του σημεία αλλά και εξίσου "ξέχειλο" από όσα συναισθήματα και καταστάσεις, βίωσε η ίδια με τον αγαπημένο της σύντροφο, τους δικούς της ανθρώπους, οικογένεια και φίλους, γραμμένο ίσως με ανορθόδοξο τρόπο, αν μπορώ να χρησιμοποιήσω αυτή την έκφραση (και για αυτό ακόμα πιο ενδιαφέρον), μου έδωσε (τουλάχιστον) την ευκαιρία να γνωρίσω καλύτερα μία σπουδαία ηθοποιό, με παιδεία, ήθος, καλλιέργεια πνεύματος, η οποία παραμένει αειθαλής και ακμαία, και κυρίως με ανοικτό και δραστήριο πνεύμα να συνεχίσει το έργο της, όχι μόνο προς το ενήλικο κοινό (παρουσιάζοντας και συμμετέχοντας σε έξοχες παραστάσεις) αλλά κυρίως προς το πιο δύσκολο και απαιτητικό κοινό, το παιδικό, στο οποίο επί σαράντα και πλέον έτη (από το 1972) προσφέρει και πρωτοπορεί.

Χαρά Σαμπανίδου "Μείνε λίγο ακόμα"

"...Και εγώ ξεκίνησα για το ταξίδι για έναν άλλο τόπο. Δεν ξέρω αν λέγεται "παράδεισος", πάντως ένιωθα μια γαλήνη μέσα μου. Ανέβαινα, ανέβαινα όλο και πιο ψηλά, με το σώμα ελαφρύ σαν πούπουλο, το αεράκι σαν χάδι με παράσερνε κι όλο απομακρυνόμουν από κοντά τους. Με τούτη την εγκατάλειψή μου δήλωσα παραίτηση, έτσι όπως γίνεται σε κάθε αποχώρηση, γι' αυτό και δεν πονάω, δεν υποφέρω. Τώρα πια είμαι καλά. Αντίο...Μην κλαίτε για μένα, ότι ήταν να σας δώσω σας το έδωσα, ότι ήταν να μου δώσετε, μουτα δώσατε, χαρές, πίκρες, γέλιο, κλάμα...Ναι, όλα τα συναισθήματα. Οσα χωράει μια ζωή γεμάτη, χορτασμένη, μια ζωή που το πιο σημαντικό εφόδιό της ήταν η αγάπη κι ο δρόμος της δύσκολος...Και πόσο σημαντικό είναι όταν σε σκέφτονται να σου το εκφράζουν, όταν σε θέλουν να στο φωνάζουν, όταν σε νοιάζονται να σου το δείχνουν και όταν σε αγαπάνε να το νιώθεις, να σου το λένε, ναι, να σου το λένε ακόμη και αν το ξέρεις.....
Πόσο όμορφα είναι εδώ πάνω ! Πόσο πολύ μου πηγαίνει αυτό το φόρεμα ! Καλά κάνατε και μου το φορέσατε, ήταν το αγαπημένο μου .....Δεν πονάω, δεν λυπάμαι, δεν χαίρομαι, δεν .....δεν ......Πάντα θα είμαι κοντά σας, στη σκέψη σας και στις καρδιές σας....Κι επειδή δεν μπορώ να σας αποχωριστώ, θα περνώ από τις ζωές σας. Ετσι, σαν απαλό αεράκι, σαν σκιά, σαν παράξενη αίσθηση, σαν αόρατος φύλακας άγγελος...Ναι θα έρχομαι....στα καλά και στα δύσκολα..δίπλα σας...Καλό μου ταξίδι...."

JESSIE BURTON "Το κουκλόσπιτο"


Εκτυλίσσεται στο Αμστερνταμ της Ολλανδίας, του δεύτερου μισού του 17ου αιώνα, και αφηγείται την ιστορία της Πετρονέλλα Οορτμαν και του συζύγου της Γιοχάννες Μπραντ (οι οποίοι είναι υπαρκτά πρόσωπα μεν, η ιστορία όμως είναι προιόν μυθοπλασίας), οι οποίοι παρά την οικονομική τους ευμάρεια και τη φαινομενικά ήρεμη και γαλήνια ζωή τους, συνθλίβονται από τις προκαταλήψεις, τις δεισιδαιμονίες, τον (ιδιότυπο) ρατσισμό των (αποικιοκρατών) Ολλανδών έναντι των αλλοδαπών υπηκόων τους, την υποκρισία και την επίπλαστη έπαρση της άρχουσας τάξης τους, χωρίς όμως να αλλοιωθούν οι χαρακτήρες τους, οι συνειδήσεις τους ή να απεμπολήσουν τις ιδέες τους. Το "Κουκλόσπιτο" δεν παραπέμπει στην συγγραφική φαντασία (αφού υπήρχε και εκτίθεται σε μουσείο), ανήκε στην αληθινή Πετρονέλλα, αλλά στην πορεία της αφήγησης, αλληγορικά, συμβολικά και με μυστηριώδη τρόπο (τόσο ταιριαστό με το ατμοσφαιρικό ύφος όλου του βιβλίου), αντιπροσωπεύει τις πιο μύχιες σκέψεις, συναισθήματα, επιθυμίες, προσδοκίες, φόβους και μυστικά των χαρακτήρων που έχει επινοήσει η συγγραφέας, με ένα ερώτημα να αιωρείται, εάν μόνοι μας μπορούμε να επηρεάσουμε την πορεία της ζωής μας ή δεχόμαστε μοιρολατρικά, όσα δεν μπορούμε ή δεν μας επιτρέπεται να αλλάξουμε. Μπορεί δε, να μην παραθέτει τόσα ιστορικά γεγονότα, αλλά αποτυπώνει πλήρως την κοινωνική και οικονομική κατάσταση της Ολλανδίας εκείνης της χρονικής περιόδου, αφού είναι απαραίτητα στοιχεία για την εξέλιξη της πλοκής, με απόλυτη ισορροπία μεταξύ ιστορικού και κοινωνικού μυθιστορήματος.
"Η εξαφάνιση" - "Το στίγμα", Chevy Stevens, Εκδόσεις Διόπτρα - Dioptra Publications
Δύο πολύ καλά αστυνομικά βιβλία (με μία ελαφρά προτίμηση στο δεύτερο) που εκτός του μυστηρίου και της αναζήτησης λύσης ή απάντησης για την εξιχνίαση των εγκλημάτων, εστιάζουν άριστα στην ψυχολογία των χαρακτήρων, στην ένταση και στην αγωνία που βιώνουν τα θύματα ή τα "υποψήφια" θύματα, και σε όλα τα εναλλασσόμενα συναισθήματα που καταλαμβάνουν και διακατέχουν, όσα πρόσωπα αθέλητα, βιώνουν άμεσα ή έμμεσα τις συνέπειες παθολογικών συμπεριφορών, ανάλογα με τις συνθήκες και το περιβάλλον που τους στηρίζουν ή τους αποθαρρύνουν, κλιμακώνοντας το αναγνωστικό ενδιαφέρον, με ρυθμό έως το τέλος (το οποίο και για τα δύο είναι ανατρεπτικό). Σε αντίθεση δε, με άλλα αστυνομικά μυθιστορήματα/σειρές, τα δύο βιβλία είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους, χωρίς να αποτελεί το ένα συνέχεια του άλλου, ωστόσο και τα δύο είναι εξίσου ενδιαφέροντα και συναρπαστικά, και τα συνιστώ ανεπιφύλακτα σε όσους αρέσει το συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος.

ΣΕΣΙΛΙΑ ΑΧΕΡΝ "Πες μου μια ιστορία πριν φύγεις"

«…Μπορεί όλοι να νομίζουμε ότι είμαστε ασήμαντοι, ότι οι ζωές μας είναι βαρετές, μόνο και μόνο επειδή δεν κάνουμε αξιομνημόνευτα πράγματα ή δεν φιγουράρουμε στα εξώφυλλα περιοδικών ή δεν κερδίζουμε βραβεία. Η αλήθεια είναι όμως ότι όλοι κάνουμε κάτι συναρπαστικό, κάτι γενναίο, κάτι που θα πρέπει να μας κάνει περήφανους. Κάθε μέρα, οι άνθρωποι κάνουν πράγματα που περνούν απαρατήρητα. Γι΄ αυτά τα πράγματα θα πρέπει να γράφουμε. Για τους αφανείς ήρωες, τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν καν ότι είναι ήρωες, επειδή κάνουν απλώς αυτό που πιστεύουν ότι πρέπει να κάνουν στη ζωή τους….».   

ΚΕΙΤ ΜΟΡΤΟΝ "Κρυφή Ζωή"

Ο  τίτλος του, δικαιώνει το τελευταίο μυθιστόρημα της Κέιτ Μόρτον, από την αρχή ως το τέλος. Η ιστορία μπορεί να φαίνεται συνηθισμένη, αλλά αποδεικνύεται, το ακριβώς αντίθετο. Αριστοτεχνική πλοκή, «φλας μπακ» στο Λονδίνο του 1941, χωρίς να κουράζουν τον αναγνώστη, διεισδυτική ανάλυση των βασικών χαρακτήρων, ιδιαίτερα των πιο σύνθετων, γλαφυρές περιγραφές του χώρου, όπου εκτυλίσσεται κάθε μία από τις παράλληλες ιστορίες μητέρας και κόρης, όπως «κινούνται» γύρω από έναν «ανεξήγητο» ;; φόνο, και εξέλιξη ούτε γρήγορη, (δηλαδή ήδη από τα μισά του βιβλίου, να προιδεάζεσαι για το τέλος ή έστω να το υποψιάζεσαι), ούτε αργή, (δηλαδή με περιττά στοιχεία, ή, κεφάλαια που θα μπορούσαν να είναι μικρότερα και πιο περιεκτικά), αλλά με εξαιρετικό μέτρο, αφού σιγά σιγά αποκαλύπτονται οι συνθήκες, τα μυστικά, οι πολλές και διαφορετικές όψεις της ιστορίας της μητέρας της Λόρελ. Και η απάντηση στα ερωτήματα της ηρωίδας αλλά και το τέλος της “κρυφής» ιστορίας της μητέρας της,  τελείως αναπάντεχα και απρόβλεπτα,  και μπορώ να πω, ότι ενίσχυσε την προσωπική άποψη μου, ότι πρόκειται για το καλύτερο μυθιστόρημα της Κέιτ Μόρτον, από όσα έχουν εκδοθεί μέχρι σήμερα στην ελληνική γλώσσα.   

Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι (11/11/1821 – 9/2/2881) «Αδελφοί Καραμαζώφ»

Αποσπάσματα από τον πρόλογο του Μανώλη Βελιτζανίδη στηνέκδοση της «Ινδίκτου», (Αθήνα, 2011)
«….Τον Απρίλιο του 1877 ξεσπά ο Ρωσο-τουρκικός πόλεμος πουθα ανατρέψει θεματικά τις γεωπολιτικές ισορροπίες στη Νοτιοανατολική Ευρώπη,δικαιώνοντας παλαιά επεκτατικά σχέδια της Ρωσίας και εξασφαλίζοντάς της ισχυράπλεονεκτήματα έναντι των δυτικών δυνάμεων. Διαρκούντος το 1877 ο συγγραφέαςαποφασίζει να αναστείλει την έκδοση του «Ημερολογίου», γεγονός που ανακοινώνειαρχικώς στο τεύχος Αυγούστου και επιβεβαιώνει σε αυτό του Δεκεμβρίου. Μοναδικόςλόγος και σκοπός που επέτρεψε να μπουν στην άκρη η εκδοτική αλλά και ηοικονομική επιτυχία του «Ημερολογίου» υπήρξε η επιθυμία του Ντοστογιέφκσι ναδιερευνήσει, να γεννήσει αυτό το «διαμάντι» όπως έγραφε το 1869 στον ΑπόλλωναΝικολάγιεβιτς Μάικοφ. Είναι πλέον η ώρα να ξεδιπλώσει σε ένα μεγάλο μυθιστόρημαόλες του τις ιδέες. Οι προσδοκίες του είναι μεγάλες, ανάλογες και οι απαιτήσειςτου :
«Το μελλοντικό μου μυθιστόρημα με τυρρανάει τρία χρόνιατώρα, χωρίς να το ξεκινώ, γιατί θα ήθελα να αποφύγω τις προθεσμίες που θα μεδεσμεύουν. Θέλω να το γράψω με την άνεση που έχουν οι Τολστόι, οι Τουργκένιεφκαι οι Γκοντσαρόφ. Ας μου επιτραπεί να γράψω τουλάχιστον ένα βιβλίο ελεύθερακαι χωρίς προθεσμία. Θεωρώ αυτό το μυθιστόρημά μου την τελευταία μου λέξη. Θα απαιτήσειπολύχρονη δουλειά και θα έχει τίτλο «Ο βίος ενός μεγάλου αμαρτωλού». Ένα μυθιστόρημαπου θα διαιρείται με τον πιο φυσικό τρόπο σε μια σειρά από νουβέλες». …..Ξεκινάτην μεθοδική συγκέντρωση και ανάλυση του υλικού του. Τα στοιχεία του τα αναζητάστην ίδια τη ζωή, δεν επινοεί τίποτε απολύτως. Εξάλλου, όπως σημειώνει και ο ίδιος,αυτό που τον ενδιαφέρει είναι «να αποκαλύψει ρεαλιστικά τον άνθρωπο μέσα στονάνθρωπο».
Η συγγραφή των «Αδελφών Καραμάζοφ» διήρκεσε κοντά δύοχρόνια. Ξεκίνησε τον Μάρτιο του 1878 και ολοκληρώθηκε τον Νοέμβριο του 1880. Σεαυτό το τελευταίο του μυθιστόρημα  οσυγγραφέας περιέλαβε τα περισσότερα αυτοβιογραφικά στοιχεία από κάθε άλλοντοστογιεσφκικό έργο.
…….
Τα πρώτα τυπογραφικά των «Αδελφών Καραμάζοφ» δημοσιεύθηκαντην 1/2/1879. …Είναι αναμφίβολα το πλουσιότερο σε διανοήματα και σημαντικότεροαπό φιλοσοφικής απόψεως μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι. Μάστορας στη δημιουργίαρεαλιστικών χαρακτήρων, ξέρει όσο κανείς άλλος να συνδέει όλες τους τις αδυναμίεςκαι τα πιο βασανιστικά διλήμματα τους με τη διερεύνηση των θεμελιωδώνερωτημάτων της ανθρώπινης ύπαρξης. …Η πνευματική πορεία που χαράσσει οΝτοστογιέφσκι διασχίζει την άβυσσο των ανθρωπίνων παθών, ο δρόμος του προς τοφως περνάει μέσα από το σκοτάδι όπου εκεί, την ώρα της πιο βαθιάς νύχταςπροβάλλει η πρώτη αχτίδα του Θεού. …»
https://www.facebook.com/notes/evdoxia-kolydaki/%CF%86%CE%B9%CE%BF%CE%BD%CF%84%CF%8C%CF%81-%CE%BD%CF%84%CE%BF%CF%83%CF%84%CE%BF%CE%B3%CE%B9%CE%AD%CF%86%CF%83%CE%BA%CE%B9-11111821-922881-%CE%B1%CE%B4%CE%B5%CE%BB%CF%86%CE%BF%CE%AF-%CE%BA%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%B1%CE%B6%CF%8E%CF%86/774393139254770

"Ο ΙΑΠΩΝΑΣ ΕΡΑΣΤΗΣ", Ιζαμπέλ Αλιέντε

"...Κατά τη διάρκεια των περιπλανήσεων μου έμαθα να ζω χωρίς ανασφάλεια αλλά και χωρίς σιγουριά, χωρίς σχέδια και σκοπούς, αφήνοντας τον εαυτό μου να παρασύρεται σαν το πουλί που το κρατάει ψηλά ο άνεμος. Παραξενεύεσαι που στα εξήντα δύο μου χρόνια μπορώ ακόμα να φεύγω από τη μια στιγμή στην άλλη, δίχως συγκεκριμένο δρομολόγιο ή αποσκευές, και να περιπλανιέμαι σαν κανένας νεαρός που κάνει οτοστόπ, να μην ξέρω για πόσο καιρό θα λείψω, να μη σου τηλεφωνώ, ούτε να σου γράφω, κι όταν επιστρέφω να μην μπορώ να σου πω που είχα πάει. Δε σου κρύβω κανένα μυστικό, Αλμα. Περπατάω, αυτό είναι όλο. Χρειάζομαι ελάχιστα για να επιβιώσω, σχεδόν τίποτα. Αχ, τι ελευθερία ! ....".
https://www.goodreads.com/book/show/25152052-the-japanese-lover