Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

ΜΕΤΑΞΙΑ ΚΡΑΛΛΗ "Κάποτε στη Σαλονίκη", εκδ. Ψυχογιός 2016

Με το πρώτο της βιβλίο, μου κίνησε το ενδιαφέρον (και το κέρδισε), με το δεύτερο (και παρά τα αρνητικά σχόλια ότι αποτελούσε αντιγραφή δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς, στοιχείο που δεν με ενόχλησε προσωπικά καθόλου), επανήλθε ακόμα πιο δυναμικά, το τρίτο το βρήκα υποδεέστερο των δύο πρώτων, αν και μου άρεσε, με το τέταρτο όμως βιβλίο της, το οποίο είναι διαφορετικό από τα τρία προηγούμενα, και ανατρέχει σε άλλες εποχές, ιστορικά κρίσιμες, ταραγμένες, δύσκολες για την Ελλάδα, και ουσιαστικά μεταπηδώντας από το σύγχρονο κοινωνικό/αισθηματικό μυθιστόρημα στο κοινωνικο-ιστορικό είδος, η Μ. Κράλλη, αποδεικνύει πλήρως τη συγγραφική της δεινότητα. 
Στηριγμένο σε ιστορική έρευνα, ναι μεν μένει πιστή στο ιστορικό πλαίσιο, τις συνθήκες, τα γεγονότα, την ατμόσφαιρα, τις ταξικές και κοινωνικές διαφορές και ανισότητες, τις προκαταλήψεις αιώνων που προκλήθηκαν από την συμβίωση πολλών και διαφορετικών εθνών (με κυρίαρχο στοιχείο της διαφορετικότητας, τη θρησκεία, ως συνεκτικό παράγοντα των ομόθρησκων σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνικής και προσωπικής ζωής, αλλά και τα πολιτικά "πάθη", που την περίοδο του Μεσοπολέμου, όχι μόνο δεν αμβλύνθηκαν, αλλά αντίθετα οξύνθηκαν, με την παρείσφρυση παραγόντων και την επίδραση συγκυριών, που εκτείνονταν πέραν του ελληνικού χώρου) που αναμφίβολα παρουσίαζε η Θεσσαλονίκη εκείνη της περιόδου (τόσο μεσοπολεμικά και κατά την γερμανική κατοχή), χωρίς όμως να επιβαρύνει με περιττά στοιχεία την μυθοπλασία της, αντίθετα μπορώ να πω ότι εντυπωσιάσθηκα από την καίρια επισήμανση και εύστοχη τοποθέτηση αυτών των στοιχείων στην εξέλιξη της βασικής πλοκής του βιβλίου. 
Το ερωτικό/αισθηματικό ύφος είναι σημαντικό στην αφήγηση, πολύ περισσότερο που αυτή εσιτάζεται στην (σχεδόν) καθολική άρνηση και αμφισβήτηση μίας σχέσης μεταξύ αλλοθρήσκων, στην εξέλιξή της και στην κατάληξή της, αλλά ωστόσο και αυτό το στοιχείο, δεν είναι μονόπλευρο (δηλαδή δεν περιορίζεται μόνο στη σχέση Χριστίνας και Αλμπέρτο), αφού ο πολυπρόσωπος χαρακτήρας του μυθιστορήματος (και ο όγκος του επίσης), επιτρέπει (κατά κάποιο τρόπο) στον αναγνώστη να γνωρίσει και άλλες σχέσεις, εξίσου δυνατές και έντονες, που εκτυλίσσονται παράλληλα με το κυρίως θέμα. Στα συν του βιβλίου επίσης, οι ζωντανοί διάλογοι, η λιτότητα στην έκφραση και η αποτύπωση χωρίς εξιδανικεύσεις, ή, αντίθετα χωρίς μελοδραματισμούς, του τρόπου αντίδρασης των κατοίκων της πολυφυλετικής Θεσσαλονίκης, στη γερμανική κατοχή, που κυμαίνεται από το φόβο, την αγωνία, την αντίσταση έναντι του κατακτητή με απροσμέτρητο κίνδυνο έως το δοσιλογισμό και την εθελοτυφλία. 
Είχα βέβαια την αίσθηση ότι μία "ελαφρά" ...μονομέρεια υπήρχε, δεν θα αναφέρω τίποτε παραπάνω, διότι είναι καθαρά υποκειμενική η εκτίμησή μου. Τούτο το τελευταίο δεν επηρεάζει καθόλου την άποψή μου για το βιβλίο, το οποίο στο σύνολό του, το βρήκα συναρπαστικό, πολύ περισσότερο που η δημιουργός του αν και παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό (με ότι αυτό μπορεί να σημαίνει, για την προώθηση των έργων της), ωστόσο δεν δίστασε να δοκιμασθεί σε ένα άλλο είδος, πιο δύσκολο κατά τη γνώμη μου. Δεν θα εκπλαγώ δε καθόλου, αν το "Κάποτε στη Σαλονίκη" έχει και συνέχεια, δεύτερο μέρος δηλαδή, με δεδομένο το γεγονός, ότι ορισμένες ....επιμέρους ιστορίες, έμειναν λίγο "μετέωρες"......Οπως και να έχει πάντως, είναι θετικό και ευοίωνο το γεγονός, ότι η δημιουργός απέδειξε ότι μπορεί και να βελτιώνεται και να εξελίσσεται με την πάροδο του χρόνου, έχοντας όχι μόνο τις ικανότητες αλλά και την έμπνευση που την καθοδηγεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου