Παρασκευή 27 Μαΐου 2016

ΜΑΙΡΗ ΜΑΓΟΥΛΑ "Κύματα του Βοσπόρου", εκδ. Μεταίχμιο, 2015

Με γνώση, νοσταλγία, τρυφερότητα και συγκίνηση, η Μαίρη Μαγουλά μας καθιστά συνοδοιπόρους της σε ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, όπως την έζησαν είτε ατομικά είτε συλλογικά, οι Ελληνες κάτοικοί της, χωρίς να χάσουν την εθνική ταυτότητά τους, ακόμα και όταν στο δεύτερο σχεδόν μισό του εικοστού αιώνα, τα γεγονότα και οι συνθήκες, άλλαξαν, ερήμην τους και παρά τη θέλησή τους, το ασφαλές περιβάλλον εντός του οποίου διαβίωναν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους, και τους ανάγκασαν να αποχωρήσουν ακουσίως από τις εστίες τους. Ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, το οποίο περιγράφει άψογα, μέσα από τις ιστορίες των χαρακτήρων του, χωρίς κανένα στοιχείο υπερβολής, αντίθετα δε, με πειστικότητα (η οποία, κατά τη γνώμη μου, είναι απόρροια τόσο της ενδελεχούς έρευνας που έγινε εκ μέρους της συγγραφέως όσο και των διηγήσεων από ανθρώπους που είχαν άμεση αντίληψη της ζωής στην Κωνσταντινούπολη και στα περίχωρά της τη χρονική περίοδο, εντός της οποίας εκτυλίσσεται η πλοκή και της αναντίρρητης ικανότητάς της να τα αποδώσει με σεβασμό στην παρελθούσα ιστορική και κοινωνική πραγματικότητα), ρεαλισμό, γλαφυρότητα στις περιγραφές του τόπου (αφανής αλλά και κυρίαρχος «πρωταγωνιστής» ο Βόσπορος και τα προάστιά του, και ειλικρινά, είχα την αίσθηση ότι περιδιάβαινα στο Μπεμπέκι, στο Μέγα Ρεύμα και στα Πριγκιπόνησα, χάρη στις ζωντανές και αναγκαίες, έως εκεί που έπρεπε, περιγραφές) τον τρόπο ζωής των Ελλήνων της Πόλης, κατά τη χρονική περίοδο 1926-1964, από τις καθημερινές τους συνήθειες, τα ήθη και τα έθιμά τους, τις συνθήκες διαβίωσης τόσο των εύπορων τάξεων όσο και των λιγότερο ευνοημένων οικονομικά, έως και την αναπόφευκτη επίδραση που άσκησαν καταλυτικά στις ζωές τους, αποφάσεις, που «λαμβάνονταν» και «εκτελούνταν» , εν αγνοία τους και εις βάρος τους, χωρίς ποτέ έως και την ύστατη ώρα να κλονίζονται ούτε για μια στιγμή η αγάπη προς το γενέθλιο τόπο τους, η πίστη τους και η εθνική τους συνείδηση. Παρά την επώδυνη πορεία, που αναγκάσθηκε να ακολουθήσει ο Ελληνισμός της Πόλης, χάριν γεωπολιτικών συμφερόντων και μόνο, στο τέλος της αφήγησης, εκτός της συγκινησιακής φόρτισης που προκαλεί αναπόδραστα η εξέλιξη της πλοκής, σύμφωνα με την ιστορική πραγματικότητα, κυριαρχούν η ελπίδα και η αισιοδοξία για το ξεκίνημα της ζωής όσων επέλεξαν την μετεγκατάσταση στην Ελλάδα, παρά τις δυσκολίες προσαρμογής και αποδοχής, τις επιφυλάξεις και τον ακατανίκητο νόστο. 

Και για αυτό επιλέγω ένα απόσπασμα από τις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, που, αποτίει, κατά τη γνώμη μου, «φόρο τιμής» σε όσους έζησαν και δημιούργησαν δίπλα στα «κύματα του Βοσπόρου», δεν θα ξεχάσουν ίσως ποτέ (οι παλαιότερες γενιές τουλάχιστον), αφού η δύναμη της μνήμης είναι ακατάλυτη, αλλά κατάφεραν να «μετατρέψουν» τη γλυκόπικρη νοσταλγία, σε ένα εξίσου ισχυρό συναίσθημα, την αισιοδοξία, που αποτέλεσε τον οδηγό τους στη νέα τους ζωή. 


"Μα πάλι, λες και πείσμωνε η σκέψη, γύριζε πίσω. Οι αύρες του Βοσπόρου, που χάιδευαν τα παιδικά ολόμαυρα τσουλούφια του, τα γλυκά δειλινά που σεργιάνιζε με τη Νεφέλη στην παραλία, τα βαπόρια, τα ολόγιομα φεγγάρια εκείνες τις μαγικές βραδιές...Σαν κύμα του Βοσπόρου ήρθε να ξεψυχήσει ήρεμα στην άκρη του μυαλού του η νοσταλγία. Οχι, δεν έχουν θέση στη ζωή του τώρα παλιές θύμησες. Εδώ την πατρίδα τις εικόνες της παλιάς ζωής του θα διαδεχθούν καινούργιες. Εικόνες μιας άλλης ζωής, που γνώριζε πια με την εμπειρία της ωριμότητάς του πως θα είναι μια ζωή με χαρές αλλά και λύπες, σίγουρα όμως με αισιοδοξία και όνειρα, πως θα βγει νικητής σ΄ αυτό το νέο ελπιδοφόρο ξεκίνημα". 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου