Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

ΤΖΟΝΑΘΑΝ ΚΟΟΥ "Αριθμός 11 ή Ιστορίες που μαρτυρούν τρέλα", εκδ. Πόλις 2016


Βιβλίο κοινωνικό, αλλά βαθύτατα πολιτικό, με δομή που ίσως δεν συναντάται (ή σπάνια) σε αντίστοιχα ελληνικά βιβλία, με πέντε διαφορετικές ιστορίες, που τέμνονται, διασταυρώνονται και περιστρέφονται γύρω από τα θέματα που πραγματεύεται ο συγγραφέας....πολιτική υποκρισία, διαφθορά, απληστία, ρατσισμός, μισαλλοδοξία, η δύναμη των ΜΜΕ, έπαρση, αλαζονεία, κοινωνικές διαφορές, ταξικά χάσματα, όλα τα σαθρά γνωρίσματα της εποχής μας, όπως εξελίσσεται την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, βαθύτατα επηρεασμένη από όσα διαδραματίσθηκαν στα τέλη του προηγούμενου, και όσα αποκαλύπτονται σιγά σιγά, είναι διάχυτα πίσω από τις λέξεις του.....
Ολες οι ιστορίες του, που συναποτελούν τη μυθιστορία του, συνδέονται με τον αριθμό 11, ο οποίος σε κάθε μία από αυτές, "ακολουθεί" κατά κάποιο τρόπο ένα στοιχείο είτε της προσωπικότητας των χαρακτήρων του είτε ακόμα και αντικείμενα (όπως η διαδρομή του λεωφορείου στο Μπέρμιγχαμ της τρίτης ιστορίας, ένα τραπέζι στο επίσημο δείπνο της τέταρτης ιστορίας), για να καταλήξει στην τελευταία ιστορία και πιο μακροσκελή, να συνδεθεί με αριστοτεχνικό τρόπο με τον αριθμό "11" της κατοικίας του Τ. Οσμπορν, (πρ. υπουργού Οικονομικών της Μ. Βρετανίας), και τη φράση του "θα το αντιμετωπίσουμε όλοι μαζί"...  

Με την σπονδυλωτή μορφή της αφήγησης, με την οποία ομολογώ ότι δεν είμαι εξοικειωμένη, και για αυτό το λόγο στην αρχή δυσκολεύθηκα στην προσέγγιση του βιβλίου, ο Κόου καταφέρνει να παρουσιάσει με καυστικό, ρεαλιστικό και κυνικό τρόπο, χρησιμοποιώντας σε υπέρτατο βαθμό τα εκφραστικά μέσα της αλληγορίας, του συμβολισμού και κυρίως της σάτιρας, τόσο την πολιτιστική κατάσταση της Μ. Βρετανίας στην εποχή μας (αλλά και των δυτικών χωρών θα έλεγα γενικότερα) με την αναφορά σε reality shows, σε δημοφιλείς αγγλικές σειρές, σε θεσμοθέτηση βραβείων αμφιβόλου αξίας, όσο και την πολιτική κατάπτωση, που συμπαρασύρει τις ανθρώπινες ζωές, με ανελέητο και μη αναστρέψιμο τρόπο, τις περισσότερες φορές, αλλοιώνοντας την κριτική σκέψη των πολιτών και καθιστώντας αυτούς, άβουλους, άτολμους και μη δυνάμενους να αντιδράσουν, ως όφειλαν (σύμπτωμα πολλών κοινωνιών και όχι μόνο της βρετανικής). 
Μέσα από τις πέντε (όχι και τόσο τελικά) διαφορετικές ιστορίες, ο Κόου με ιδιαίτερα επιδέξιο τρόπο,  "περνά" από τα γοτθικά σκηνικά τρόμου, σε ανεξιχνίαστες (ακόμα και σήμερα) δολοφονίες, στη σκληρότητα και στον κιτρινισμό των ΜΜΕ, στην υποκριτική (πολλές φορές) και μη ειλικρινή, αντιμετώπιση των απόρων, στην υπονόμευση και συνεχώς διαφαινόμενη απαξίωση του κράτους πρόνοιας, στην προσπάθεια εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης, στις κοινωνικές διακρίσεις που ακόμα και σήμερα όχι απλώς υφίστανται, αλλά διογκώνονται, τονίζοντας την αντίθεση μεταξύ "εχόντων" και "κατεχόντων", πλούσιων και φτωχών (αν και η φράση "φτωχοποιημένων" θα ήταν ορθότερη κατά τη γνώμη μου), προνομιούχων και μη (σε κάθε μορφή κοινωνικής διαβίωσης), και την αλλοίωση αξιών και ιδεών που τείνει προς την μονιμότητα προς όφελος του κέρδους και της οικονομικής ευρωστίας.  

Οι "ιστορίες που μαρτυρούν τρέλα", συγκεντρωμένες σε ένα ιδιαίτερα ξεχωριστό βιβλίο, αναπαριστούν την εποχή μας, τον αιώνα μας, τα θετικά και τα αρνητικά της ατομικής αλλά και της συλλογικής ανάπτυξης, και της οικονομικής ευημερίας, τις οποία θεωρούμε πολλές φορές ως αυτοσκοπούς, ή τις κατατάσσουμε είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα στους στόχους μας, συνδυασμένες πάντα με την κοινωνική καταξίωση, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι, οι προσδοκίες είναι εύκολα πραγματοποιήσιμες, σε έναν κόσμο, που, όσο κοινότοπο και αν ακούγεται, αλλάζει με ταχείς ρυθμούς, και όχι με σημάδια βελτίωσης, αντιθέτως με "δείκτες" την περιέλευση των ανθρώπων σε μία διαρκώς επιδεινούμενη ρευστότητα, προκαλώντας έντονη ανασφάλεια, αμφισβήτηση κεκτημένων, κατάρρευση δομών και συνεχή "υποτίμηση" των προσωπικών αξιών εκάστου εξ ημών. 
Η σάτιρα μπορεί να παρέχει προσωρικά και μόνο εκτόνωση, να προκαλεί το θυμικό μας, να ταυτίζεται πολλές φορές με τη συλλογική συνείδηση, να ανταποκρίνεται στις πιο μύχιες σκέψεις μεγάλου μέρους της κοινωνίας, αλλά σε καμία περίπτωση ως παθητική στάση, δεν "αποκαθιστά" κοινωνικές ανισότητες και αδικίες, δεν δύναται και δεν πρέπει να υποκαταστήσει την κριτική μας άποψη και την αμφισβήτηση των πολιτικών αποφάσεων, πράξεων, ενεργειών της εκάστοτε εξουσίας, με οιονδήποτε τρόπο συνάδει με την προσωπικότητά μας και την ατομική μας πορεία, όπως διαμορφώνονται από τις εκάστοτε συνθήκες της ζωής μας.        

Οσα αποκόμισα από την ανάγνωση της αφήγησης του Κόου, εν κατακλείδι (και κατά την σαφώς υποκειμενική μου άποψη) συγκεντρώνονται στον προβληματισμό που εγείρει, όπως αυτός, περιλαμβάνεται στην ακόλουθη χαρακτηριστική φράση, αποδιδόμενη, σε έναν άγνωστο blogger (στην τέταρτη ιστορία), ο οποίος "υιοθετεί" και επεκτείνει τη θεωρία του Φρόυντ "περί γέλιου" : 

"Κάθε φορά που γελάμε με τη δωροδοκία ενός διεφθαρμένου πολιτικού, με την απληστία ενός διαχειριστή αμοιβαίων κεφαλαίων, με τις κίβδηλες εκρήξεις ενός δεξιού αρθρογράφου, τους επιτρέπουμε να τη γλυτώσουν. Ο θυμός που θα έπρεπε να νιώθουμε ενάντια σ' αυτούς τους ανθρώπους, που διαφορετικά ενδεχομένως να οδηγούσε στη δράση, απελευθερώνεται και διασκορπίζεται με τη μορφή του γέλιου. Και αυτός είναι ο κατάλληλος τρόπος να προσφέρεις στο κοινό αυτό που θέλει και αυτό ακριβώς για το οποίο πληρώνει : άλλη μια δικαιολογία για να καθίσει αναπαυτικά και να συνεχίσει τη δική του εγωιστική πορεία χωρίς καμία πραγματική απειλή ή πρόκληση για το πολύτιμο lifestyle του....".   

ΥΓ. Θα μπορούσε να αναφέρεται και σε εμάς (τους Ελληνες) είναι η αλήθεια, παρά το γεγονός, ότι τον τελευταίο καιρό στη χώρα μας, ακόμα και η σάτιρα θεωρείται υποβολιμιαία και κινούμενη από πολιτικές σκοπιμότητες και καθίσταται αντικείμενο ....κριτικής, στη χώρα που γέννησε τον Αριστοφάνη μεν, αλλά τείνουμε πολλές φορές να το ξεχνάμε, ωστόσο την παράδοση στο συγκεκριμένο είδος (καλώς ή κακώς) κρατά η Βρετανία, τουλάχιστον σε τηλεοπτικό επίπεδο....
  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου